Αντιπαράθεση για το Κρυφό Σχολειό
Στο επίκεντρο των προσπαθειών εθνοαποδομητικών κύκλων σε σχέση με την Τουρκοκρατία έχει βρεθεί το Κρυφό Σχολειό. Το χαρακτηρίζουν μύθο και το χλευάζουν. Προφανώς διακατέχονται είτε από άγνοια είτε από εμπάθεια. Οι στόχοι τους είναι δύο. Πρώτον να υποβαθμίσουν τον πατριωτικό ρόλο της Εκκλησίας. Δεύτερον να εξωραΐσουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία και να την παρουσιάσουν φιλελεύθερη και ανεκτική.
Η κατηγορηματική άρνηση των ιστορικών αναθεωρητών ότι δήθεν η επιστημονική προσέγγιση απέκλεισε τελεσίδικα την υπόθεση απαγόρευσης της εκπαίδευσης των Χριστιανών και ότι δεν υπάρχει καμία απολύτως περιγραφή ή ιστορική πηγή, ούτε καν ο παραμικρός υπαινιγμός για το αντίθετο, είναι μάλλον αντι-επιστημονική εξ ορισμού. Απέραντο θράσος να πιστεύουν ότι έχουν διατρέξει όλες τις ιστορικές πηγές και δύνανται να αποφαίνονται οριστικά.
Στις 30.11.2012 κυκλοφόρησε το βιβλίο του Γιώργου Κεκαυμένου «Κρυφό Σχολειό. Το Χρονικό μιας Ιστορίας» από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις. Πρόκειται για ευθεία απάντηση στον Άλκη Αγγέλου («Κρυφό Σχολειό. Το Χρονικό ενός μύθου», 1997). Κυρίως όμως, στην αρμάδα πανεπιστημιακών και δημοσιογράφων, οι οποίοι με το φαινόμενο της ακαδημαϊκής ανακύκλωσης αναφορών ο ένας στον άλλον και όλοι μαζί στον Αγγέλου επιχειρούν την «αποδόμηση του εθνικού μύθου». Ο Κεκαυμένος ήταν καταπέλτης. Γκρεμοτσάκισε όλη την επιχειρηματολογία των αποδομητών παρουσιάζοντας πλειάδα πρωτογενών πηγών και αμφισβητώντας την επιστημοσύνη τους.
Το γελοίον είναι ότι δεν διάβασαν καλά ούτε τον Αγγέλου(!), διότι εκείνος δεν υποστηρίζει ότι ο «μύθος» πλάσθηκε όψιμα από κύκλους της Εκκλησίας το 1850-70 (όπως υποστηρίζουν αμετροεπώς οι ίδιοι, βάσει του πίνακα του Γύζη ή του ποιήματος «φεγγαράκι μου λαμπρό»), αλλά από ρομαντικούς κύκλους διαφωτιστών, αμέσως λίγο μετά την επανάσταση. Εξ ου και παραδέχεται την πρώτη πηγή του Στέφανου Κανέλλου το 1822. Ο σκελετός της επιχειρηματολογίας τους είναι απλός: ποτέ δεν διώχθηκε η παιδεία, άρα δεν υπήρξε η ανάγκη του κρυφού σχολειού. Διώχθηκε η παιδεία;
Οι πηγές
Ο πρώτος Πατριάρχης μετά την Άλωση Γεννάδιος Σχολάριος, γράφει το 1460 «πού τα παιδευτήρια της σοφίας; Κατεπόθησαν υπό του Μωάμεθ». Το 1570 ο αρχιγραμματέας του θρόνου Θεοδόσιος Ζυγομαλάς γράφει σε επιστολή του στον Γερμανό λόγιο Μαρτίνο Κρούσιο, ο οποίος το 1584 εξέδωσε την πλούσια συλλογή κειμένων Turcograecia. «Σοφία γαρ ή μαθήματα, δούλοι όντες νυν, ουκ έχομεν» και σε επόμενη επιστολή του: «εν δουλεία όντες, τα ελευθέροις ανήκοντα μαθήματα σπουδάζειν, ως δει, κωλύοντα». Ο κυνηγημένος Χριστόφορος Άγγελος γράφει το 1607 από την Οξφόρδη. Συγκεκριμένα : «Ούτε σχολείο μπορεί να υπάρξει, ούτε και κάποιος δάσκαλος που θα ήθελε να διδάξει σε μαθητές μπορεί να παραμείνει κάπου». Ο Άγγλος περιηγητής George Sandys γράφει λίγα χρόνια αργότερα στην προσφώνησή του στον διάδοχο του Βρετανικού Θρόνου και μετέπειτα βασιλιά Κάρολο Α. Το κείμενο : «Το φως της γνώσης δεν επιτρέπεται …από τα άγρια κτήνη της ανθρωπότητας». Την ίδια περίοδο ο Μελέτιος Πηγάς αναφέρει 30 χιλιάδες κομμένες γλώσσες στην Αίγυπτο επειδή «μιλούσαν ελληνικά».
Στο ίδιο μήκος κύματος πηγές για την δίωξη της παιδείας έχουμε το 1627 από Πατριάρχη Αλεξανδρείας Μητροφάνη Κριτόπουλο. Επίσης, το διάδοχό του Γεράσιμο Α’ το 1631, τον Γάλλο Ιησουΐτη Francois Richard το 1650. Ο τελευταίος μάλιστα περιγράφει τους διωγμούς της Ανατολικής Εκκλησίας ως «σκληρότερους από αυτούς της εποχής του Νέρωνα, του Δομητιανού και του Διοκλητιανού». Ακολουθεί ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Νεκτάριος το 1660. Ο Άγγλος διπλωμάτης Sir Paul Rycaut το 1678 έγραψε βιβλίο όπου περιέγραφε τη ζωή στην Οθωμανική αυτοκρατορία για λογαριασμό του βασιλιά Καρόλου Β. Μαρτυρεί πως ιδίοις όμμασι διαπίστωσε και κρυφά σχολειά, αλλά και κρυφές εκκλησίες. Έχουμε τη μαρτυρία του Thomas Smith το 1680, του Ηλία Μηνιάτη το 1688, του Γεωργίου Φατζέα, μητροπολίτη Φιλαδελφείας το 1760. Επίσης, ο Αδαμάντιος Κοραής το 1801 στο «Σάλπισμα Πολεμιστήριον» («μας στερούσι τα αναγκαία μέσα να συστήσωμεν σχολεία»). Επίσης, κείμενο Κρητών επαναστατών το 1866.
Πιο συγκεκριμένες αναφορές σε κρυφά σχολειά
Η παράθεση των πηγών από το βιβλίο του Γιώργου Κεκαυμένου «Κρυφό Σχολειό. Το Χρονικό μιας Ιστορίας» (30.11.2012, Εναλλακτικές Εκδόσεις) συνεχίζεται με πιο συγκεκριμένες αναφορές σε κρυφά σχολειά.
Ο Κωνσταντίνος Κούμας το 1777, μαθητής του Κοραή ήταν έγκλειστος ως τα 10 του χρόνια για τον φόβο αρπαγής (παιδομάζωμα). Αναφέρει ότι ο Μητροπολίτης Λαρίσσης Διονύσος Καλλιάρχος άνοιξε το 1794 το παλαιό ελληνικό σχολείο μετά από 24 χρόνια που ήταν κλειστό. Ο Άγγλος καθηγητής Noehden το 1828 αναφέρει το Γυμνάσιον Μηλιωτικόν (Μηλιές Πηλίου) ότι «ήταν αρκετά μακρυά από το φθονερό μάτι του Τούρκου κυβερνήτη». Ο Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων το 1821 γράφει ότι «Το σχολείον της Σμύρνης εδιώκετο, δια μόνον έν μεγάλον έγκλημα, ότι διδάσκει μαθηματικά και φιλοσοφία». Ταυτόχρονα αναρωτιέται «ποίον σχολείον ηδύνατο να σταθεί εις την Ελλάδα;». Ο Σ. Τρικούπης στην Ιστορία της Ελ. Επαναστάσεως σχετικά με τα αλληλοδιδακτικά σχολεία Χανίων και Ρεθύμνου το 1821. Το απόσπασμα : «εθεωρήθησαν σχολεία αποστασίας και πολέμου, εκλείσθησαν μεσούντος του Μαρτίου και οι διδάσκαλοι εφυλακίσθησαν». Ακόμη και το Σουλτανικό φιρμάνι Χάττι Χουμαγιούν το 1856 παραδέχεται ότι πολλοί Οθωμανοί αξιωματούχοι εμπόδιζαν τους πληθυσμούς να ανοίξουν ή να επισκευάσουν σχολεία.
«Επικίνδυνο» να μαθαίνεις ελληνικά γράμματα
Ο Μακάριος Χριστιανόπουλος (Μαριδάκης) το 1743 γράφει αναφερόμενος «εις σένα τέκνον όπου μήτε ελληνικήν, μήτε λατινικήν έλαβες μάθησιν. Έμαθες να διαβάζεις ελευθέρως, ίσως μήτε ελευθέρως, εις τα απλά της εκκλησίας μας βιβλία». Αυτά, παρόλο που ζούσε στη «χρυσή πεντηκονταετία» 1720-1770 όπου οι διωγμοί κατά της παιδείας ήταν ελάχιστες με άνθιση σχολείων. Ο Ευγένιος Βούλγαρις το 1771 αναφέρει ρητά ότι είναι «επικίνδυνο» να μαθαίνεις ελληνικά γράμματα. Να σημειωθεί ότι πρόκειται για κορυφαίο του ελληνικού διαφωτισμού, ο οποίος γνώριζε την κατάσταση της παιδείας των Ελλήνων στην Οθωμανική αυτοκρατορία όσο ελάχιστοι. Δίδασκε Νεύτωνα, Καρτέσιο και Βολταίρο στα Γιάννενα, την Κοζάνη, το Άγιο Όρος και στην Κωνσταντινούπολη επί 20 έτη.
Ο Νίκος Δραγούμης αναφέρει για τον πατέρα του Μάρκο Δραγούμη ότι «εκαυχάτο πάντοτε ότι εδάρη υπό Οθωμανού χάριν των ελληνικών γραμμάτων». Πάντα υπήρχε ένας μαθητής ο οποίος πρόσεχε από το παράθυρο μήπως αντιληφθεί κανείς ότι γίνονταν μάθημα. Ο Στέφανος Κανέλλος, στην πιο γνωστή πηγή, γράφει στον Γερμανό συγγραφέα Iken ξεκάθαρα ότι «[οι Γραικοί] επροσπαθούσαν να συστένουν κοινά σχολεία κρυφίως». Ο Ιάκωβος Ρίζος-Νερουλός το 1826 γράφει ότι οι Τούρκοι απαγόρευαν αυστηρά την ίδρυση δημοσίων σχολείων». Τέλος, ο Φώτιος Χρυσανθακόπουλος (Φωτάκος), υπασπιστής του Κολοκοτρώνη γράφει στα απομνημονεύματά του ότι η παιδεία ήταν στα χέρια των ιερέων. Επίσης, ότι όλα αυτά «εγίνοντο εν τω σκότει και προφυλακτά από τους Τούρκους». Άλλες πηγές από τον Μισαήλ Αποστολίδη (1837), Γεώργιο Μαυροκορδάτο 1849, Κωνσταντίνο Φρεαρίτη 1863, Γεώργιο Χασιώτη 1881, μέχρι τον Γάλλο René Puaux (Πυώ) που μιλάει για κρυφό σχολείο το 1913 στην οθωμανοκρατούμενη ακόμα Βόρειο Ήπειρο.
Πριν την Άλωση
Δύο πηγές εκτός του βιβλίου αφορούν στην περίοδο πριν από την Άλωση για την περιοχή της Μικράς Ασίας. Μία πρωτογενής, του Ιωσήφ Βρυέννιου, ο οποίος έγραφε ότι «το διδάσκειν τοις Γραικοίς κεκόλασθαι» και μία δευτερογενής, του Σπύρου Βρυώνη (στο βιβλίο «Για τον εξισλαμισμό της Μ. Ασίας») ο οποίος καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα ότι η παιδεία απαγορευόταν για τους Χριστιανούς.
Συμπέρασμα
Με όλα αυτά, ο Κεκαυμένος εκτός από την ανατροπή της αποδόμησης πέτυχε και κάτι σπουδαιότερο. Κατέδειξε ποια πλευρά είναι με τις πηγές, την επιστήμη και την ιστορική έρευνα και ποια πλευρά είναι με τη καταφυγή στην αυθεντία και την κλικοκρατία.