Της Μαρίας Νεγρεπόντη-Δελιβάνη – – Δημοσιεύτηκε στο SLPress στις 28/11/2022
Ανάμεσα στους δείκτες, που διαπιστώνουν τη δήθεν αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας, αναφέρεται και το ανερχόμενο διαχρονικά ποσό, που περιέρχεται στο ελληνικό δημόσιο, από την πώληση, σε αλλοδαπούς, γης και διαμερισμάτων ανά την ελληνική επικράτεια. Το ποσό αυτό εμφανίζει, για το 2023, αύξηση 40%, έναντι του αντίστοιχου περυσινού και ανέρχεται ήδη σε σχεδόν μισό δισεκατομμύριο ευρώ (489 εκατομμύρια). Όμως, υπάρχει και σκοτεινή όψη πίσω από τα συγκεκριμένα έσοδα.
Διότι, από όσο γνωρίζω, δεν προηγείται καμιάς μορφής έλεγχος σχετικά με την εθνικότητα και τα λοιπά στοιχεία της προσωπικότητας αυτών που σπεύδουν να αποκτήσουν “πόδι” στην Ελλάδα. Αλλά, ούτε και τίθεται κάποιο όριο στις αγορές αυτές, από ξένους, που απλώς αντιμετωπίζονται με ενθουσιασμό από το ελληνικό κράτος. Σίγουρα, αυτές οι πωλήσεις ελληνικού εδάφους σε αλλοδαπούς εξασφαλίζουν έσοδα, από τα οποία έχει μεγάλη ανάγκη η χρεοκοπημένη πατρίδα μας.
Ωστόσο, επιβάλλεται να σκεφτούμε τι, ακριβώς, σημαίνουν αυτές, και ποιες εμφανέστατες απειλές περικλείουν. Οι πωλήσεις αυτές ανήκουν στο γενικότερο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας μας, που τόσο παραπειστικά εμφανίζεται ως επένδυση, και σαφέστατα περιορίζουν την εθνική εδαφική μας κυριαρχία και ακεραιότητα.
Να προσθέσω στο σημείο αυτό, και την ακόλουθη σχετική “λεπτομέρεια”: Δηλαδή, ότι σύμφωνα με δημοσιεύματα, παράλληλα με τη γενικότερη αυτή τάση του άκρατου ξεπουλήματος της εθνικής μας γης, πολυάριθμα μέλη της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης αγοράζουν σε ολοένα αυξανόμενο αριθμό και φυσικά για «ένα κομμάτι ψωμί» εγκαταλελειμμένα από Έλληνες, σπίτια και χωράφια στην περιοχή.
Παντοιοτρόπως, βέβαια, ενισχυτικές αυτών των αγορών, όπως είναι (ή θα έπρεπε να είναι) γνωστό, τυγχάνουν και οι δραστηριότητες του τουρκικού προξενείου στην Κομοτηνή, που κάθε άλλο παρά νόμιμες και ακίνδυνες θα μπορούσαν να θεωρηθούν. Αλλά, όμως, το ελληνικό κράτος ουδόλως φαίνεται να ανησυχεί. Ίσως, επειδή, ειδικά η περιοχή της Θράκης, παγίως εκλαμβάνεται, “ευρισκόμενη πολύ μακριά από την Αθήνα”.
Κάτω από αυτές τις άκρως απειλητικές συνθήκες, που εγκυμονούν εθνικά δράματα, διερωτώμαι πως μπορεί να δικαιολογηθεί η θριαμβολογία της κυβέρνησης, όταν αναγγέλλει αύξηση των δημοσίων εσόδων από την πώληση εθνικού εδάφους. Και απορώ, ακόμη, το πως ουσιαστικά απουσιάζουν αντιδράσεις από όλους εμάς. Αλλά, κυρίως αδυνατώ να αντιληφθώ, ποιοι θα μπορούσαν να είναι οι λόγοι για τους οποίους αρνούμαστε να διεκδικήσουμε τα πολύπλευρα δικαιώματα μας, αυτά που θα μας εξασφάλιζαν αξιοπρεπή βιωσιμότητα, και αντιθέτως τα αφήνουμε σε χειμερία νάρκη, έχοντας προτιμήσει την κατρακύλα στο κατώτατο και το πιο εξαθλιωτικό σκαλοπάτι της ύπαρξής μας, το “ξεπούλημα της Γη μας”.