Της Μαρίας Νεγρεπόντη – Δελιβάνη – Δημοσιεύτηκε στο NewsBreak στις 06.10.2024
Το «Β» ήταν ένα εστιατόριο-κόσμημα, στο χώρο του Βυζαντινού Μουσείου, με φινετσάτη φαντασία στην κουζίνα του, φιλική υπηρεσία και ευχάριστο περιβάλλον. Συγκέντρωνε τους Θεσσαλονικείς, και όχι μόνο, στο ζεστό εσωτερικό του χώρο το χειμώνα, και στις δροσερές του βραδιές τα καλοκαίρια στον κήπο.
Δεν θα αποφάσιζα να μιλήσω για το πραξικοπηματικό κλείσιμο του «Β», από το Υπουργείο Πολιτισμού, με μόνη δικαιολογία του (άκουσον-άκουσον) τη διαφορά ενοικίου των 2000 Ε, αν η αποστολή του ήταν αποκλειστικά η εξασφάλιση ενός ποιοτικού εστιατορίου στους Θεσσαλονικείς. Παρότι, θα ήταν ασφαλώς αρκετό και αυτό, για τη δημιουργία έντονης δυσαρέσκειας. Είναι, όμως, κάτι πολύ περισσότερο, που ξυπνά κακές μνήμες περασμένων δεκαετιών. Που παραπέμπει τον αντίκτυπο αυτού του κλεισίματος του «Β», στην επίμονη επιπολαιότητα του κέντρου, να αρνείται στη Θεσσαλονίκη τα απαραίτητα, που θα της εξασφάλιζαν ταχύρρυθμη ανάπτυξη, και που αυτή θα συμπαρέσυρε μαζί της ολόκληρη την Ελλάδα. Ο αξέχαστος Οικονομικός Ταχυδρόμος, επί Γιάννη Μαρίνου, έχει φιλοξενήσει στα φύλλα του πολυάριθμα άρθρα, εκτός των δικών μου, και άλλων συμπολιτών, που, μάταια, προσπαθούσαμε να υποδείξουμε τις αρχές και τα επιτεύγματα της περιφερειακής ανάπτυξης, που όμως θεληματικά αγνοούσε το κέντρο. Και πριν, αλλά και μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, που άνοιγε το δρόμο στη Θεσσαλονίκη και σε ολόκληρη τη Βόρεια Ελλάδα, για να καταστεί ηγέτιδα των Βαλκανίων, η πλήρης αδράνεια του κέντρου ακύρωνε τη μία μετά την άλλη τις εξαιρετικές ευκαιρίες.
Δυστυχώς, ο επαρχιώτικος αθηνοκεντρισμός ευθύνεται για μύρια όσα, στο χώρο της ανάπτυξης της χώρας, που είναι οφθαλμοφανή για όσους επιθυμούν να τα διαπιστώνουν, και φευ, όχι μόνο γι’αυτά. Διότι, και η αναζωπύρωση των κωμικοτραγικών, αλλά όχι και λιγότερο επικίνδυνων συμβάντων, στην ευαίσθητη περιοχή της Θράκης, δημιουργούν ερωτηματικά για το πόσο, οι αγώνες μιας χούφτας καθηγητών από το ΑΠΘ και το ΠΑΜΑΚ, μεταξύ τους και η υπογράφουσα, για τη δημιουργία εκεί του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου, ήταν τελικά αποτελεσματικοί, χωρίς τη συνέχιση τους από την Πολιτεία.
Και συνεχίζω με τη θλιβερή έμπνευση του κλεισίματος του εστιατορίου «Β», από το Υπουργείο Πολιτισμού, για να υπογραμμίσω το σπουδαιότερο. Ότι, δηλαδή, αυτή δεν στρέφεται απλώς και μόνο εναντίον των Θεσσαλονικέων, που έτσι στερούνται από ένα χώρο πολιτισμού, αλλά δυστυχώς αμαυρώνει και την εικόνα που θα έπαιρναν μαζί τους οι επισκέπτες του Βυζαντινού Μουσείου, από όλο τον κόσμο, μετά την επίσκεψη και ενόσω απολάμβαναν το εκλεπτυσμένο φαγητό του εστιατορίου «Β». Δε λέω, εύγεστη είναι και η τυρόπιττα, και έντονα επιθυμητή, όταν κανείς θέλει τρέχοντας να κόψει την πείνα του. Δεν είναι, ωστόσο, ότι κομψότερο γίνεται, το να έχει επιλεγεί αυτή ως τελευταία ανάμνηση της Βυζαντινής Θεσσαλονίκης.
Δυστυχώς, πρόκειται για μια ακόμη απρέπεια της Αθήνας, που αρνείται να σβήσει από τη μνήμη της, ότι η Θεσσαλονίκη υπήρξε κοσμοπολίτισσα, όταν η ίδια ήταν ακόμη χωριό. Και επειδή η ελπίδα πεθαίνει τελευταία, θέλω να πιστεύω ότι μια νέα εφημερίδα, που θα λέγεται Θεσσαλονίκη και που θα καλύψει ένα ανεπίτρεπτο κενό της πόλης μας, θα επιλέξει να επικεντρωθεί στην προβολή των δίκαιων της πόλης. Στις ανεκμετάλλευτες και απεριόριστες δυνατότητές της. Στην ανάγκη να της παρασχεθούν όλα τα μέσα για να τις αναδείξει. Στις ευκαιρίες που της παρέχει η γειτνίασή της με τα λοιπά Βαλκάνια. Αναμένω μια νέα και ιδεατού περιεχομένου εφημερίδα που θα αναδεικνύει σε καθημερινή βάση τα θανατηφόρα λάθη, μικρά και μεγαλύτερα, που διαπράττονται εναντίον της, στην ευρύτερη περιοχή της και που θα αναζητεί λύσεις. Και, ακόμη, για να μην υπάρξουν ξανά κακόγουστα και εθνικώς επικίνδυνα χτυπήματα του κέντρου προς την περιφέρεια, όπως αυτό του εξανδραποδισμού του «Β», ονειρεύομαι πως αυτή η εφημερίδα, που εξυπακούεται ότι θα ονομάζεται Θεσσαλονίκη, θα καταφέρει να ενισχύσει τις αντιστάσεις των Θεσσαλονικέων, έτσι που να μη ξανα δεχτούν με τόση αδράνεια, ανάλογες συμπεριφορές των Αθηνών, εναντίον τους.